Ολυμπιακοί Αγώνες κατά την Αρχαιότητα
Στη Δυτική Πελοπόννησο, σε μια ευδιλλιακή κοιλάδα ανάμεσα στον Κρόνιο Λόφο και στη συμβολή των ποταμών Αλφειού και Κλαδέου, ιδρύθηκε πριν από χιλιάδες χρόνια το Ιερό της Αρχαίας Ολυμπίας. Στο ιερό αυτό, εκτός από τις θρησκευτικές τελετές, διεξάγονταν κάθε 4 χρόνια, προς τιμή του Δία, οι πιο λαμπροί πανελλήνιοι αγώνες, γνωστοί με το όνομα "Ολύμπια''.
Τα ''Ολύμπια'', δηλαδή οι Ολυμπιακοί Αγώνες, ταυτίστηκαν με τα ιδανικά της ευγενούς άμιλλας και της ειρήνης που σφυριλάτησαν για πολλούς αιώνες την εθνική ενότητα του αρχαίου ελληνικού κόσμου.
Ο χρόνος που καθιερώθηκαν οι θρησκευτικές τελετές και οι αγώνες δεν είναι γνωστός. Ωστόσο, τα αρχαιολογικά ευρήματα δείχνουν ότι η περιοχή κατοικήθηκε την 3η π.Χ χιλιετία.
Το πρώτο ιερό ήταν το Γαίο, προορισμένο για τη λατρεία της Γης. Αργότερα λατρεύτηκαν ο Κρόνος και η Ρέα. Τέλος, όταν στην Ηλεία εγκαταστάθηκαν δωρικά φύλα, το Ιερό της Ολυμπίας έγινε οριστικά πια Ιερό του Δία.
΄Οπως μαρτυρούν πολλοί τοπικοί μύθοι, η λατρεία του Δία στην Αρχαία Ολυμπία συνδέθηκε με την καθιέρωση των αγώνων. Ένας από αυτούς αναφέρει ότι οι αγώνες διοργανώθηκαν για πρώτη φορά όταν οι πέντε αδερφοί, Ιδαίοι Δάκτυλοι ή Κουρήτες, έφεραν από την Κρήτη στην Αρχαία Ολυμπία το Δία, νήπιο, για να τον αναθρέψουν οι νύμφες. Τότε ο μεγαλύτερος απ΄ αυτούς, ο Ηρακλής, έβαλε τους αδερφούς του να τρέξουν και τίμησε το νικητή με στεφάνι αγριελιάς.
Οι πλούσιες τοπικές παραδόσεις διηγούνται ότι μετά τον Ιδαίο Ηρακλή αγώνες διοργανώθηκαν από πολλούς βασιλείς των Ηλείων (Αέθλιος, Ενδυμίων κ.α) καθώς και ο πανελλήνιος ήρωας Ηρακλής, ο οποίος λέγεται ότι καθόρισε το μήκος του Σταδίου, μετρώντας το με τα πόδια του. Ακόμη, ο Πέλοπας αφού νίκησε σε αγώνα αρματοδρομίας το βασιλιά της Πίσας Οινόμαο και νυμφεύτηκε την κόρη του Ιπποδάμεια, τέλεσε και αυτός αγώνες προς τιμή του Δία, που ήσαν οι αξιολογότεροι από όσους είχαν τελεστεί από τότε. Την ίδια εποχή η Ιπποδάμεια καθιέρωσε τα Ηραία, αγώνες δρόμου παρθένων προς τιμή της Ήρας.
Με την πάροδο του χρόνου οι αγώνες ξεχάστηκαν. Όμως, στις αρχές του 8ου π.Χ αι. , πολύ πιθανόν στα 776 π.Χ., ο βασιλιάς των Ηλείων, Ίφιτος, τους αναδιοργανώνει, ακολουθώντας ένα χρησμό του Μαντείου των Δελφών. Την ίδια εποχή ο Ίφιτος μαζί με άλλους δύο βασιλείς, το Λυκούργο της Σπάρτης και τον Κλεοσθένη της Πίσας, συνάπτει την Ιερή Εκεχειρία. Με τη συνθήκη αυτή η περιοχή της Αρχαίας Ολυμπίας και της Ήλιδας ανακηρύχτηκε χώρα ιερή και απαραβίαστη και θεσμοθετήθηκε να σταματούν οι πόλεμοι και οι εχθροπραξίες κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων. Έκτοτε το Ιερό αποκτά μεγάλη αίγλη, ενώ οι αγώνες χάνουν σιγά σιγά τον τοπικό χαρακτήρα τους και γίνονται πανελλήνιοι.
Το έτος 776 π.Χ αποτελεί αφετηρία της ιστορικής περιόδου των αγώνων. Κατά το έτος αυτό τελέστηκε η 1η ιστορική Ολυμπιάδα στην οποία αναδείχτηκε Σταδιονίκης, ο Κόροιβος, ο Ηλείος. Έκτοτε τελούνται ανά τετραετία επί 1168 έτη συνεχώς (776 π.Χ – 393 π.Χ). Κατά τη μακραίωνη αυτή περίοδο διοργανώθηκαν συνολικά 293 Ολυμπιάδες.
Η εποπτεία του Ιερού και των αγώνων ανήκε αρχικά στη γειτονική πόλη Πίσα. Όμως μετά από αιματηρές συγκρούσεις περιήλθε οριστικά στην Ήλιδα. Η Βουλή των Ηλείων, ανώτατο όργανο του κράτους της Ήλιδας, οργάνωνε τους Ολυμπιακούς Αγώνες και για την εύρυθμη διεξαγωγή τους είχε θεσπίσει κανονισμούς που ήταν σεβαστοί από όλους τους Έλληνες. Η διεξαγωγή των αγώνων είχε ανατεθεί σε 10 Ηλείους πολίτες, τους Ελλανοδίκες, που εκλέγονταν με κλήρο. Τα κύρια καθήκοντά τους ήταν να κρίνουν με δικαιοσύνη τους αθλητές, να απονέμουν έπαθλα στους νικητές και να τιμωρούν τους παραβάτες.
Αυστηροί ήταν οι κανονισμοί για τους αθλητές και τους θεατές. Οι αθλητές για να γίνουν δεκτοί στους αγώνες έπρεπε να έχουν προγυμναστεί επί 10 μήνες, να είναι Έλληνες ελεύθεροι και να μην έχουν διαπράξει φόνο ή ιεροσυλία. Εξάλλου οι δούλοι, οι ιερόσυλοι καθώς και οι γυναίκες ήταν απαγορευμένο να παρακολουθούν τους αγώνες. Ειδικά για τις γυναίκες η παράβαση αυτή τιμωρούνταν με κατακρημνισμό από το όρος Τυπαίο, αλλά δεν αναφέρεται περίπτωση επιβολής τέτοιας ποινής.
‘Όταν κηρυσσόταν η Ιερή Εκεχειρία, συνέρρεαν στην Ολυμπία χιλιάδες προσκυνητές απ΄ όλες τις ελληνικές πόλεις. Αυτή η πανελλήνια συνάθροιση επαναλαμβανόταν αδιάκοπα επί πολλούς αιώνες χάρη στην κοινή θρησκεία και την κοινή καταγωγή των Ελλήνων, αλλά και χάρη στην ισχυρή επίδραση που ασκούσαν στον αρχαίο ελληνικό κόσμο τα ιδεώδη των Ολυμπιακών Αγώνων: η ευγενική άμιλλα, η συναδέλφωση και η ειρήνη.
Στο πρόγραμμα των Ολυμπιακών Αγώνων περιλαμβάνονται αγωνίσματα γυμνικά και ιππικά. Τα γυμνικά (δρόμος, στάδιο, δίαυλος, δόλιχος, πάλη, πηγμή κ.α) τελούνται στο στάδιο και πήραν την ονομασία αυτή επειδή οι αθλητές αγωνίζονταν γυμνοί. Τα ιππικά (αρματοδρομία τεθρίππων, ιπποδρομία κελητών κ.α) τελούνταν στον Ιππόδρομο.
Οι αγώνες διεξάγονταν το θέρος (Ιούλιο ή Αύγουστο), σε περίοδο που είχε πανσέληνο και συνήθως κάτω από αφόρητο καύσωνα. Αρχικά διαρκούσαν μια μέρα, αργότερα δύο, τρεις και από το 472 π.Χ πέντε μέρες. Την πρώτη μέρα, μετά τις καθιερωμένες θυσίες γινόταν στο Βουλευτήριο η ορκωμοσία των αθλητών, ενώ την τελευταία, στον πρόδομο του ναού του Δία, η λαμπρή τελετή απονομής των επάθλων. Το έπαθλο για το νικητή ήταν ένα στεφάνι αγριελιάς και αποτελούσε υπέρτατη τιμή. Άλλη εξίσου υπέρτατη τιμή ήταν το δικαίωμα του Ολυμπιονίκη να αφιερώνει το άγαλμα του στον ιερό περίβολο της Άλτεως.
Μετά την υποταγή της Ελλάδας στους Ρωμαίους (146 π.Χ) οι Ολυμπιακοί Αγώνες συνεχίστηκαν για πολλούς ακόμη αιώνες. Κατά την περίοδο αυτή αναγνωρίστηκε στους Ρωμαίους το δικαίωμα να συμμετέχουν σ’ αυτούς, αφού πρώτα θεωρήθηκαν ελληνικής καταγωγής. Έτσι πολλοί αυτοκράτορες και αξιωματούχοι της Ρώμης αναδείχτηκαν Ολυμπιονίκες.
Από τον 3ο μ.Χ αιώνα η ακτινοβολία του Ιερού περιορίζεται όλο και περισσότερο. Είναι φανερό ότι το τέλος πλησιάζει.
Στα 393 μ.Χ οι αγώνες τελέστηκαν για τελευταία φορά. Τον επόμενο χρόνο (394) καταργήθηκαν με διάταγμα του Θεοδοσίου του Α’. Στα 426 μ.Χ με διάταγμα του Θεοδοσίου του Β’ πυρπολήθηκε ο ναός του Δία. Το απροστάτευτο πια Ιερό καταστράφηκε μέσα σε λίγο χρόνο από το χριστιανικό φανατισμό.
Στα 522 και 551 μ.Χ ισχυροί σεισμοί ολοκλήρωσαν την καταστροφή.
Κατά των 5ο μ.Χ αι. η περιοχή κατοικήθηκε από χριστιανούς, που έχτισαν τη Βυζαντινή Εκκλησία. Μετά τον 7ο μ.Χ αι. τα ερειπωμένα μνημεία σκεπάστηκαν βαθμιαία με στρώμα χώματος, πάχους 5-7 μ, που προήλθε από τη διάβρωση του Κρονίου Λόφου και τις πλημμύρες των ποταμών Αλφειού και Κλαδέου.
Στα 1829 έγιναν πρόχειρες ανασκαφές από ομάδα Γάλλων ερευνητών. Τα ευρήματα μεταφέρθηκαν στο Παρίσι και κοσμούν το Μουσείο του Λούβρου. Ωστόσο, οι πρώτες συστηματικές ανασκαφές έγιναν στα 1875 – 81 από το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο με δαπάνες τους γερμανικού κράτους. Έκτοτε η ανασκαφές συνεχίζονται από το ίδιο Ινστιτούτο.
Η αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων, έργο του Γάλλου Βαρώνου, Πιέρ Ντε Κουπερτέν, πραγματοποιήθηκε στα 1896 με αφετηρία την Αθήνα. Από τότε οι Ολυμπιακοί Αγώνες διοργανώνονται κάθε 4 χρόνια σε διάφορες πόλεις του κόσμου, όπου από το 1936, μεταφέρεται η Ολυμπιακή Φλόγα, ως σύμβολο ειρήνης, φιλίας και συναδέλφωσης των λαών. Η αφή της φλόγας γίνεται από τις ακτίνες του ήλιου με τη βοήθεια μεταλλικού κατόπτρου, μπροστά στο ναό της Ήρας.
Στη περιοχή της Διεθνούς Ολυμπιακής Ακαδημίας (ανατολικά του Σταδίου), βρίσκεται ο βωμός της Ολυμπιακής Φλόγας, καθώς και το μνημείο του αναβιωτή των Ολυμπιακών Αγώνων, στο οποίο έχει τοποθετηθεί, ταριχευμένη, η καρδιά του.
Τέλος, είναι αξιοσημείωτο ότι στην κωμόπολη της Ολυμπίας λειτουργεί το Μουσείο των Σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων με σπάνια εκθέματα (δάδες, ολυμπιακά γραμματόσημα κ.α ).